Διαβάστε το πολύ όμορφο ποίημα του Νικηφόρου Βρεττάκου "ΜΑΝΑ ΚΑΙ ΓΙΟΣ" που με λιτό τρόπο και θυμίζοντας δημοτικό τραγούδι, εξυμνεί τον ηρωισμό απλών ανθρώπων, αντρών και γυναικών στον πόλεμο του '40 κατά των κατακτητών.
ΜΑΝΑ ΚΑΙ ΓΙΟΣ
(1940)
Στης
ιστορίας το διάσελο όρθιος ο γιος πολέμαγε
κι η μάνα κράταε τα βουνά, όρθιος να στέκει ο γιος της,
μπρούντζος, χιόνι και σύννεφο. Κι αχολόγαγε η Πίνδος
σαν να' χε ο Διόνυσος γιορτή. Τα φαράγγια κατέβαζαν
τραγούδια κι αναπήδαγαν τα έλατα και χορεύαν
οι πέτρες. Κι όλα φώναζαν:"Ίτε παίδες Ελλήνων ..."
Φωτεινές σπάθες οι ψυχές σταύρωναν στον ορίζοντα,
ποτάμια πισωδρόμιζαν, τάφοι μετακινιόνταν.
κι η μάνα κράταε τα βουνά, όρθιος να στέκει ο γιος της,
μπρούντζος, χιόνι και σύννεφο. Κι αχολόγαγε η Πίνδος
σαν να' χε ο Διόνυσος γιορτή. Τα φαράγγια κατέβαζαν
τραγούδια κι αναπήδαγαν τα έλατα και χορεύαν
οι πέτρες. Κι όλα φώναζαν:"Ίτε παίδες Ελλήνων ..."
Φωτεινές σπάθες οι ψυχές σταύρωναν στον ορίζοντα,
ποτάμια πισωδρόμιζαν, τάφοι μετακινιόνταν.
Κι
οι μάνες τα κοφτά γκρεμνά σαν Παναγιές τ' ανέβαιναν
Με τη ευκή στον ώμο τους κατά το γιο παγαίναν
και τις αεροτραμπάλιζε ο άνεμος φορτωμένες
κι έλυνε τα τσεμπέρια τους κι έπαιρνε τα μαλλιά τους
κι έδερνε τα φουστάνια τους και τις σπαθοκοπούσε,
μ' αυτές αντροπατάγανε, ψηλά, πέτρα την πέτρα,
κι ανηφορίζαν στη γραμμή, όσο που μες στα σύννεφα
χάνονταν ορθομέτωπες η μια πίσω απ' την άλλη.
Με τη ευκή στον ώμο τους κατά το γιο παγαίναν
και τις αεροτραμπάλιζε ο άνεμος φορτωμένες
κι έλυνε τα τσεμπέρια τους κι έπαιρνε τα μαλλιά τους
κι έδερνε τα φουστάνια τους και τις σπαθοκοπούσε,
μ' αυτές αντροπατάγανε, ψηλά, πέτρα την πέτρα,
κι ανηφορίζαν στη γραμμή, όσο που μες στα σύννεφα
χάνονταν ορθομέτωπες η μια πίσω απ' την άλλη.
Νικηφόρος Βρεττάκος
Διαβάστε και ένα απόσπασμα σπό το ποίημα του Οδ. Ελύτη "Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο Ανθυπολοχαγό της Αλβανίας".
Ήταν
γενναίο παιδί.
Με
τα θαμπόχρυσα κουμπιά και το πιστόλι του,
Με
τον αέρα του άντρα στην περπατηξιά,
Και
με το κράνος του - γιαλιστερό σημάδι
(Φτάσανε
τόσο εύκολα μες στο μυαλό
που
δεν γνώρισε κακό ποτέ του)
Με
τους στρατιώτες του ζερβά δεξιά
Και
την εκδίκηση της αδικίας μπροστά του.
-Φωτιά
στην άνομη, φωτιά!
Με
το αίμα πάνω από τα φρύδια
Τα
βουνά της Αλβανίας βροντήξανε
Ύστερα
λυώσαν χιόνι να ξεπλύνουν
Το
κορμί του, σιωπηλό ναυάγιο της αυγής
Και
το στόμα του, μικρό πουλί ακελάηδιστο,
Και
τα χέρια του, ανοιχτές πλατείες της ερημίας.
Βρόντηξαν
τα βουνά της Αλβανίας
Δεν
έκλαψαν.
Γιατί
να κλάψουν;
0 $type={blogger}:
Δημοσίευση σχολίου